1. Ο οφειλέτης κατά του οποίου στρέφεται η διαταγή πληρωμής έχει το δικαίωμα μέσα σε δεκαπέντε εργάσιμες ημέρες από την επίδοσή της να ασκήσει ανακοπή, η οποία απευθύνεται στο εκδόσαν τη διαταγή πληρωμής ειρηνοδικείο ή μονομελές πρωτοδικείο. Η ανακοπή και η αίτηση αναστολής της παραγράφου 3 του παρόντος επιδίδεται είτε στον δικηγόρο που υπέγραψε την αίτηση για την έκδοση της διαταγής πληρωμής είτε στη διεύθυνση εκείνου κατά του οποίου στρέφονται, η οποία αναφέρεται στη διαταγή πληρωμής, εκτός αν γνωστοποιηθεί με δικόγραφο μεταβολή που έχει επέλθει. Τα αντίγραφα των εγγράφων, τα οποία αποδεικνύουν την απαίτηση, παραμένουν στη γραμματεία του δικαστηρίου μέχρι την πάροδο της προθεσμίας για την άσκηση ανακοπής κατά την παρούσα παράγραφο.
2. Η άσκηση της ανακοπής, η συζήτηση της οποίας προσδιορίζεται υποχρεωτικά εντός εξήντα (60) ημερών ή εντός ενενήντα (90) ημερών αν ο διάδικος διαμένει στην αλλοδαπή ή έχει άγνωστη διαμονή, και εκδικάζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 643 και 591 παράγραφος 1 περίπτωση α’ Κ.Πολ.Δ.
3. Η άσκηση της ανακοπής δεν αναστέλλει την εκτέλεση της διαταγής πληρωμής. Το δικαστήριο όμως που εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής μπορεί, κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., να χορηγήσει αναστολή με εγγύηση ή χωρίς εγγύηση, ώσπου να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση για την ανακοπή. Αν ασκηθεί αίτηση αναστολής, αυτή κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου της ανακοπής και συζητείται υποχρεωτικά κατά την ορισθείσα δικάσιμο αυτής.
Σχόλια
Χρόνος συζήτησης της αίτησης αναστολής
Με το τελευταίο εδάφιο της § 3, ορίζεται ότι η αναστολή πρέπει να δικάζεται την ίδια δικάσιμο με την ανακοπή. Πέραν του ότι δεν έχει νόημα η αναστολή αν εκδοθεί απόφαση επί της ανακοπής, πρέπει να επισημάνουμε ότι η διάταξη αυτή τελεί σε συνάρτηση προς την προθεσμία συζήτησης της ανακοπής κατά την § 2. Όμως, η προθεσμία αυτή δεν τηρείται στα μεγάλα αλλά και στα μικρά πλέον δικαστήρια.
Έτσι, η προσωρινή διαταγή υποκαθιστά πλέον την αναστολή.
Η διάταξη αυτή του τελ. εδ. της § 3 πρέπει να καταργηθεί άμεσα και να επανέλθει το παλιό σύστημα.
Η Ολομέλεια του Πρωτοδικείου Πειραιώς έχει θεωρήσει, ορθώς, ανεφάρμοστη τη διάταξη του τελ. εδ. της § 3.
Επί τέλους πρέπει να ληφθεί μέριμνα να μην νομοθετούν άσχετοι με την πράξη.